Στην εποχή που όλα κινούνται, καθορίζονται και εξαρτώνται από το χρήμα έχουν μείνει κάποιοι ‘’χαζορομαντικοί’’ που επιμένουν να το περιφρονούν και να βάζουν πάνω απ’ αυτό κάτι πολύ πιο σπουδαίο, την αγάπη τους για την φανέλα που φοράνε.

Είναι αυτοί οι τύποι που από παιδιά είχαν όνειρο να φορέσουν την φανέλα της ομάδας που αγαπούσαν και να κλείσουν την καριέρα τους σ’ αυτή.

Η αλήθεια είναι πριν γράψω αυτό το κείμενο προσπάθησα να ανακαλέσω στη μνήμη μου όσους μπορούσα. Δεν κατάφερα να ‘’εντοπίσω’’ παρά μόνο τρεις από την συγκεκριμένη κατηγορία ποδοσφαιριστών. Ο πρώτος είναι φυσικά ο μεγάλος, πρώην πλέον, αρχηγός της Μπαρτσελόνα Κάρλες Πουγιόλ, ο δεύτερος είναι ο εμβληματικός αρχηγός της Ρόμα και ο τελευταίος είναι ο – βετεράνος και αυτός πλέον – Στήβεν Τζέραρντ.

Συγχωρέστε με αλλά δεν θα σταθώ στους δύο πρώτους.

Στο παρών κείμενο θα αναφερθώ στον ανυπέρβλητο αρχηγό των Reds, τον έναν και μοναδικό Στήβεν Τζέραρντ που αποφάσισε να κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια σε ηλικία 36 ετών την περασμένη Πέμπτη.

Ο Τζέραρντ δεν ήταν απλά ένας από τους αρχηγούς της μεγάλης Λίβερπουλ. Ήταν ο τύπος που από τα 8 του, όταν και παρουσιάστηκε στο Melwood, και για τα επόμενα 26 χρόνια φόρεσε και τίμησε επάξια την φανέλα των Famous Reds του Λίβερπουλ.

Ήταν ο τύπος που το 2005, στον περίφημο τελικό της Πόλης πήρε από το χέρι τους συμπαίκτες του και τους οδήγησε στην επική ανατροπή του 0-3 σε 3-3 και εν τέλει στην κατάκτηση της κούπας με …τα μεγάλα αυτιά.

Ήταν ο τύπος που όσο κι αν των παρακαλούσε ο Μουρίνιο να μεταγραφεί στην ομάδα που δούλευε ο Πορτογάλος έδινε πάντα αρνητική απάντηση. Δεν τον ένοιαζε πόσες θα ήταν οι απολαβές του ή αν θα έπαιζε βασικός. Τον ένοιαζε που δεν θα φορούσε την κόκκινη φανέλα. Τι κι αν αυτή η επιμονή του να μένει στη Λίβερπουλ τον ‘’απένειμε’’ τον τίτλο του κορυφαίου ‘’άτιτλου’’ όλων των εποχών; Αυτός εκεί μεγάλωσε κι ανδρώθηκε κι εκεί ήθελε να μείνει. Και το έκανε.

Ήταν ο τύπος που έδινε στη λέξη αρχηγός σάρκα και οστά. Τι κι αν η ομάδα τα έβρισκε σκούρα και ψυχολογικά βρισκόνταν στα βάθη της αβύσσου; Ο Στήβεν ήταν εκεί να την σηκώσει, να εμψυχώσει τους υπόλοιπους και από παιδάκια και παίχτες της …σειράς να τους κάνει superstars και πολεμιστές.

Ήταν ο τύπος που άπαντες στο Λίβερπουλ τον σέβονταν και τον ένιωθαν δικό τους παιδί. Τον άνθρωπο που ένας συνηθισμένος τύπος της διπλανής πόρτας έγινε ο ήρωάς τους και διάσημος και πλούσιος αλλά ποτέ δεν τους ξέχασε. Ο τύπος που θα τον έβρισκαν στο δρόμο, θα του ζητούσαν μια φωτογραφία ή ένα αυτόγραφο και σαν πρωτοεμφανιζόμενος αθλητής θα στέκονταν υπομονετικά και με λαχτάρα να τους ικανοποιήσει το χατίρι.

Και εν τέλει ήταν ο τύπος που κατάφερε στα πέτρινα, από πλευράς πρωταθλημάτων, χρόνια της Λίβερπουλ να γίνει ήρωας, ίνδαλμα για χιλιάδες παιδιά και μεγάλους, θρύλος.

Γιατί μεταξύ μας, στις νίκες και στις κατακτήσεις τίτλων όλοι παιχταράδες φαίνονται και τους αγαπούν όλοι. Ελάχιστοι είναι όμως αυτοί που σε δύσκολα για έναν σύλλογο χρόνια αγαπιούνται τόσο πολύ.

Και για να γίνω πιο σαφής, ο Στήβεν Τζέραρντ κατάφερε να συγκρίνεται και να θεωρείται θρύλος της Λίβερπουλ όπως ο Μπιλ Σάνκλι, ο Πέισλι, ο ‘’βασιλιάς’’ Κένι Νταλγκλίς, ο Ίαν Ρας και άλλοι.

Κλείνοντας λοιπόν αυτό το ‘’αφιέρωμα’’ στον προσωπικό μου ποδοσφαιρικό ήρωα και επιστρέφοντας στον τίτλο του άρθρου, ναι ο Στήβεν είναι ο προτελευταίος των μοϊκανών. Γιατί ζώντας σε έναν κόσμο που κυβερνιέται από το χρήμα και παίζοντας στα πιο δύσκολα και άνυδρα, από πλευράς τίτλων, χρόνια της Λίβερπουλ κατάφερε να γράψει τα όνομά του με χρυσά γράμματα και στην ιστορία του παγκόσμιου ποδοσφαίρου και της ομάδας του Anfield.

Σ’ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΣΤΗΒΙ – THANK YOU FOR THE MEMORIES STEVIE

Ο Αιρετικός