Ο Χρήστος Βασιλείου σε μια συνέντευξη… έξω από τα δόντια μιλάει για τον Παναθηναϊκό της δεκαετίας του ’80, τη δύναμη του Γιώργου Βαρδινογιάννη, την αγάπη του για την ΟΦΗ και χαρακτηρίζει τον Γιάτσεκ Γκμοχ «ψεύτη που δεν άφησε πολλά παιδιά να παίξουν στους πράσινους»!

Τη δεκαετία του ’80 η διαδρομή Αθήνα – Ηράκλειο έμοιαζε να είναι η πιο συνηθισμένη και δεδομένα η πιο… πολυσυζητημένη στο ελληνικό ποδόσφαιρο.

Ούτε λίγο, ούτε πολύ μέσα σε μια 15ετία περίπου 60 παίκτες φόρεσαν τη φανέλα του Παναθηναϊκού και του ΟΦΗ με τις δύο ομάδες να ανήκουν στην ίδια οικογένεια, αλλά σε διαφορετικά μέλη της. Από τη μια πλευρά οι «πράσινοι» του «καπετάνιου» Γιώργου Βαρδινογιάννη και από την άλλη οι Κρητικοί του Θόδωρου Βαρδινογιάννη, του ανθρώπου που άλλαξε την ιστορία του ποδοσφαίρου στο Ηράκλειο και ολάκερο το νησί.

Από το 1983 έως το 1988 ο Χρήστος Βασιλείου πραγματοποίησε τη διαδρομή Λεωφόρος Αλεξάνδρας – «Γεντί Κουλέ», όχι μία, αλλά δύο φορές! Έζησε μοναδικές στιγμές φορώντας τη φανέλα και των δύο ομάδων, συμμετείχε σε ορισμένες από τις πιο λαμπρές σελίδες της ιστορίας του, αλλά φαίνεται ότι εκτός από το ποδοσφαιρικό διέθετε και ένα ακόμη ταλέντο: Αυτή του αφηγητή!

Η συνέντευξη που ακολουθεί αποτελεί ένα οδοιπορικό στον αθέατο κόσμο του ελληνικού ποδοσφαίρου της δεκαετίας του ’80. Κάθε πρόλογος περιττεύει. Άλλωστε, ο Χρήστος Βασιλείου ανέκαθεν προτιμούσε την ουσία εντός και εκτός γηπέδων. Ο πρώην άσος του Παναθηναϊκού και του ΟΦΗ έρχεται να κολλήσει το δικό του χαρτάκι στο άλμπουμ των αναμνήσεων του sportday.gr και… βγάζει αποκαλυπτικές σέντρες που είναι σίγουρο ότι θα συζητηθούν!

Ο Χρήστος Βασιλείου πανηγυρίζει με τον Νίκο Γκουλή το θρίαμβο του ΟΦΗ επί της ΑΕΚ στο Ολυμπιακό Στάδιο την 1η Δεκεμβρίου 1986 στο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας, για το πρωτάθλημα της Α’ Εθνικής.

Χρήστο είσαι γεννημένος στο Αγρίνιο, απ’ όσο έχω διαβάσει.

Ναι στο Αγρίνιο, μέσα στην πόλη. Εκεί έζησα τα πρώτα χρόνια της ζωής μου και φυσικά εκεί ξεκίνησα να παίζω ποδόσφαιρο, είτε στη γειτονιά και στις αλάνες, είτε αργότερα στο σχολείο.

Οργανωμένα σε ομάδα πότε ξεκίνησες να παίζεις;

Υπήρχε ένας άνθρωπος στο Αγρίνιο, ο οποίος γυρνούσε και έβλεπε όλα τα παιδιά και έψαχνε για ταλέντα. Αυτός ήταν ο Νίκος Κουτσογιάννης, ο οποίος με είδε και εμένα. Ήταν φίλος και με τον πατέρα μου και έτσι τον έπεισε να με αφήσει να γραφτώ στα τσικό του Παναιτωλικού. Έτσι ξεκίνησα σε ηλικία 13-14 ετών και σύντομα έγινα επαγγελματίας.

Όταν λες σύντομα;

Σε ηλικία 15-16 ετών έγινα επαγγελματίας. Τότε η ομάδα ήταν στη Β’ Εθνική και είχε έρθει αρχικά ως προπονητής ο Χασιώτης που έπαιζε από τον ΠΑΟΚ και αργότερα ο Γιακουμής, επίσης από τον ΠΑΟΚ. Ξεκίνησα να παίζω αριστερό μπακ, γιατί δεξί έπαιζε ο Τάκος.

«Ολυμπιακός βαμμένος ήμουν και οι τοίχοι του δωματίου μου ήταν γεμάτοι με αφίσες του Δεληκάρη!»

Έπαιξες λοιπόν στην πρώτη ομάδα και ξαφνικά ήρθε η μεταγραφή σου στον Παναθηναϊκό. Πως έγινε;

Είναι μεγάλη ιστορία. Κατ’ αρχήν να σου πω ότι εγώ ήμουν Ολυμπιακός “βαμμένος” όπως λέμε και μάλιστα στο δωμάτιό μου είχα γεμάτους τους τοίχους με αφίσες του Δεληκάρη. Επίσης είχα ήδη τραβήξει το ενδιαφέρον, γιατί ήμουν μέλος της εθνικής Νέων και είχα εκεί προπονητή τον Ζαντέρογλου, με αποτέλεσμα να με έχει πλησιάσει ο Ολυμπιακός.

Ο Ολυμπιακός;

Ναι ο Ολυμπιακός και δεν σου κρύβω ότι είχα σχεδόν αποφασίσει να πάω εκεί. Εκείνη την περίοδο ήμουν φαντάρος στα Γιαννιτσά και θυμάμαι ότι μια βραδιά είχαμε άσκηση. Εγώ δεν είχα πάει, καθώς ήμουν ελεύθερος υπηρεσίας, με αποτέλεσμα να έχω μείνει στο στρατόπεδο. Όταν γύρισαν όλοι, ξαφνικά γύρω στις 02:00 τη νύχτα, με φώναξε ο διοικητής και μου λέει: “Τόσο καλός παίκτης είσαι”: Εγώ του απάντησα: “Παίζω μπάλα, εντάξει, αλλά πως σας ήρθε αυτό”; Τότε μου είπε: “Πήραν τηλέφωνο από τον Παναθηναϊκό, από το γραφείο του κ. Βαρδινογιάννη και αύριο σε περιμένουν εκεί για να υπογράψεις συμβόλαιο”. Εγώ αρχικά σάστισα, αλλά όταν είδα το τηλεγράφημα, το μόνο που ρώτησα ήταν: “Πως θα πάω”; Είχε φροντίσει όμως ο κ. Βαρδινογιάννης γι’ αυτό. Είχε δώσει εντολή να πάω με όποιο μέσο ήθελα και τα έξοδα φυσικά ήταν του Παναθηναϊκού. Έτσι πήρα ένα ταξί που βρήκα έξω από το στρατόπεδο και κατέβηκα στην Αθήνα.

Πήγες απευθείας στα γραφεία του Παναθηναϊκού;

Πήγα και βρήκα τον φίλο μου, τον Γιάννη Μακρή, ο οποίος ήταν πυροσβέστης στην Αθήνα για να κοιμηθώ λίγο. Ήξερα πως και ο Γιάννης Καλογεράς που ήταν ήδη στον Παναθηναϊκό, ήταν και αυτός από το Αγρίνιο. Την επόμενη μέρα λοιπόν πήγα στα γραφεία του Παναθηναϊκού και μπήκα μέσα. Εκεί βρήκα τη γραμματέα του κ. Βαρδινογιάννη και της είπα ποιος είμαι. Μου ζήτησε να περιμένω στο σαλόνι, γιατί είχε μια συνάντηση. Είδα ότι είχε συνάντηση για δουλειά, με κάτι Σαουδάραβες με κελεμπίες και λογικά μιλούσαν για πετρέλαια. Τα είχα χάσει. Έλεγα μέσα μου: “Τι κάνω εγώ εδώ”.

«Πάω στο γραφείο του Βαρδινογιάννη να τον συναντήσω πρώτη φορά και είχε κάτι Σαουδάραβες με κελεμπίες. Λογικά μιλούσαν για πετρέλαια. Τα είχα χάσει! Έλεγα μέσα μου… τι κάνω εγώ εδώ!»

Η συνάντηση πως πήγε;

Αφού τελείωσε με φώναξε στο γραφείο του. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Είχε ένα χρυσό κομπολόι με το τριφύλλι και το έπαιζε χάντρα χάντρα. Ξεκίνησε λοιπόν και μου λέει: “Λοιπόν μικρέ, είσαι η πρώτη επιλογή του Γκμοχ και σε θέλω στην ομάδα. Ξέρω όμως ότι έχεις μιλήσει με τον Ολυμπιακό, αλλά μην ανησυχείς όλα θα γίνουν”. Δεν ξέρω πως, αλλά το ήξερε ότι είχα μιλήσει με τον Ολυμπιακό. Εγώ τότε του είπα ότι δεν έχω υπογράψει τίποτα, αλλά δεν ξέρω τι θα πει και ο Παναιτωλικός.

Τι σου απάντησε;

Μου είπε τότε: “Με τον Παναιτωλικό θα τα βρούμε και δεν πρόκειται να υπάρξει πρόβλημα”. Ήταν πολύ φίλος με τον βουλευτή Ροκόφυλλο, ο οποίος είχε καλές σχέσεις με τον Παναιτωλικό και είχε υποσχεθεί και αυτός ότι αν με δώσουν στον Παναθηναϊκό θα βοηθήσει να γίνουν κάποια έργα στο γήπεδο.

Έτσι υπέγραψες;

«Φεύγω από τον Βαρδινογιάννη και μέσα στη νύχτα χτυπάει το κουδούνι. Ήταν ο Ζαντέρογλου που με πήγε στο γραφείο του Νταϊφά και εκεί μου έδωσαν λευκή επιταγή να υπογράψω!»

Όχι ακόμα. Είχαμε… περιπέτειες (γέλια). Δεν υπέγραψα και είπα του κ. Βαρδινογιάννη: “Πρόεδρε δεν ξέρω, με θέλουν κι άλλες ομάδες. Ο ΠΑΟΚ για παράδειγμα με έχει ζητήσει. Άσε με να πάω στο Αγρίνιο, να μιλήσω εκεί με τους ανθρώπους του Παναιτωλικού και θα σου πω”. Έτσι έγινε και έφυγα από το γραφείο χωρίς να υπογράψω.

Μετά τι έγινε;

Πήγα στο σπίτι του Μακρή για να κοιμηθώ. Εκεί λοιπόν, κατά τη 01:00 τη νύχτα χτυπάει το κουδούνι. Ήταν ο Ζαντέρογλου. Είχε μάθει και αυτός τι είχε γίνει και μου είπε ότι ήρθε να με πάρει για να πάμε στο σπίτι του Νταϊφά.

Μέσα στη νύχτα;

Ναι μέσα στη νύχτα. Πήγαμε λοιπόν εκεί και κατέβηκε ο Νταϊφάς και μου λέει: “Μικρέ σε θέλουμε στην ομάδα και θα σου δώσω τώρα μια λευκή επιταγή και βάλε εσύ το ποσό”. Μάλιστα μου είπε ότι επειδή ήταν Σάββατο ξημερώματα, να ετοιμαστώ να πάω με την αποστολή στη Θεσσαλονίκη. Ο Ολυμπιακός έπαιζε την Κυριακή με τον ΠΑΟΚ στην Τούμπα και μου πρότεινε να πάω απλά για να δω τον αγώνα και στο μεταξύ να με ανακοινώσει.

Όλοι ξέρουμε ότι τελικά αυτό δεν έγινε, αλλά γιατί;

Εγώ του είπα τα ίδια που είχα πει και στον Βαρδινογιάννη. Ότι δηλαδή θέλω να γυρίσω στο Αγρίνιο για να μιλήσω με τους ανθρώπους του Παναιτωλικού. Είχα τσακωθεί και με τον Ζαντέρογλου, αλλά για άλλο θέμα, με αποτέλεσμα να μην είμαι “ζεστός”, αλλά πραγματικά ήθελα να μάθω και τη γνώμη των ανθρώπων του Παναιτωλικού.

Ο Χρήστος Βασιλείου μαζί με τον Μάικ Γαλάκο και τον Άνθιμο Καψή σε πανηγυρικό στιγμιότυπο από την ιστορική πορεία του Παναθηναϊκού προς την κατάκτηση του πρώτου επαγγελματικού πρωταθλήματος του «τριφυλλιού» τη σεζόν 1983-84.

Από τον Παναιτωλικό τι σου είπαν τελικά;

Από τον Παναιτωλικό είχαν μιλήσει με τον Ροκόφυλλο και ουσιαστικά είχαν συμφωνήσει να πάω στον Παναθηναϊκό. “Πρέπει να πας” μου είπαν, οπότε κι εγώ δεν μπορούσα να κάνω κάτι άλλο. Κατέβηκα λοιπόν στην Αθήνα και συναντήθηκα εκ νέου με τον Βαρδινογιάννη. Τότε μου πρότεινε συμβόλαιο 5 ετών με συνολικά 5 εκατομμύρια δραχμές. Εγώ και πάλι δεν ήθελα να υπογράψω. Του είπα ότι ο Νταϊφάς μου έδινε “λευκή επιταγή”, ότι με ήθελε και ο ΠΑΟΚ, ότι έπαιζα ήδη στην Εθνική Νέων… Από την άλλη πλευρά, ήθελα να βοηθήσω τον Παναιτωλικό. Τελικά, αφού πρώτα με χαρακτήρισε “τρελό” ο κ. Βαρδινογιάννης, συμφωνήσαμε και μου έδωσε 500.000 στο χέρι και περισσότερα χρήματα στο συμβόλαιο και έτσι έκλεισε η μεταγραφή μου. Μάλιστα κανόνισε και τη μετάθεσή μου.

Από τα Γιαννιτσά;

Ναι πήρε τον διοικητή μου απευθείας τηλέφωνο και τότε πήρα μετάθεση για τον Διόνυσο, εκεί που ήταν η υπηρεσία Σωματικής Αγωγής και ήταν και άλλοι επαγγελματίες παίκτες που υπηρετούσαν. Πήγα τότε με τον οδηγό του κ. Βαρδινογιάννη στα Γιαννιτσά για να πάρω τα πράγματά μου και στη συνέχεια στο Αγρίνιο για να ετοιμαστώ να εγκατασταθώ στην Αθήνα. Τότε είχαμε πάει στον Παναθηναϊκό μαζί με τον Τσίμπο και ήμασταν επιλογές του Γκμοχ.

«Ο Παναθηναϊκός του πρώτου επαγγελματικού πρωταθλήματος ήταν ομαδάρα. Δεν σκεφτόμασταν καν σε ποια έδρα παίζαμε. Πηγαίναμε παντού για τη νίκη!»

Πάμε λοιπόν να μιλήσουμε και για τα… αγωνιστικά.

Μπήκα στον Παναθηναϊκό το 1983 και ευτύχησα την πρώτη μου χρονιά στην ομάδα να πάρουμε και το πρωτάθλημα και το κύπελλο. Το πρώτο πρωτάθλημα του Παναθηναϊκού στα χρόνια του επαγγελματικού ποδοσφαίρου. Θυμάμαι ότι ξεκίνησα από το πρώτο φιλικό παιχνίδι, όπου εγώ ήμουν αριστερό μπακ και δεξί ο Κυράστας. Τότε είχαμε ομαδάρα. Ο Παναθηναϊκός είχε παικταράδες και πραγματικά δεν σκεφτόμασταν καν σε ποια έδρα παίζουμε. Πηγαίναμε παντού για τη νίκη και μόνο αυτή.

Την επόμενη χρονιά έζησες και την μεγαλειώδη πορεία μέχρι τους “4” του κυπέλλου πρωταθλητριών.

Δεν μπορεί να ξεχαστεί ποτέ αυτή η πορεία. Καταφέραμε να φτάσουμε μέχρι τους “4” και να παίξουμε κόντρα σε μια πραγματικά μεγάλη ομάδα. Θυμάμαι ότι στο “Άνφιλντ”, εμείς είχαμε βγει για ζέσταμα και η Λίβερπουλ είχε μείνει στα αποδυτήρια. Εμείς κοιταζόμασταν μεταξύ μας και λέγαμε: “Που είναι”; Τελικά 5 λεπτά πριν το ματς βγήκαν, με μπάλες στα χέρια και τις πέταξαν στον κόσμο. Όταν άρχισε το ματς, εμείς είχαμε μπει καλά και σκοράραμε με τον Ρότσα, όμως το γκολ ακυρώθηκε. Από κει και πέρα η Λίβερπουλ δεν παιζόταν. Είχε παίκτες όπως ο Ρας, ο Γκρόμπελαρ, ο Νταγκλίς, ο Λι. Σκέψου ότι ο Μαυρίδης έκανε ένα από τα καλύτερα παιχνίδια της καριέρας του και ο Ρας που τον φύλαγε πέτυχε δύο γκολ.

«Έλεγα ψέματα ο Γκμοχ. Εξαιτίας του δεν έπαιξαν πολλά παιδιά στον Παναθηναϊκό!»

Ο Γκμοχ τι σας έλεγε;

Ο Γκμοχ πίστευε ότι μπορούσαμε να τους κοντράρουμε. Μας έλεγε ότι μπορούμε να κερδίσουμε στη ρεβάνς. Εμείς του λέγαμε τότε: “Μίστερ δεν παίζονται οι άνθρωποι”. Εκείνος θύμωνε και έβριζε στα πολωνικά… “κούρβα” και τέτοια. Μάλιστα στην προπόνηση, όταν έκανε οικογενειακό διπλό, έβαζε στις φανέλες τις μίας ομάδας τα ονόματα των αντιπάλων!

Εκείνη η ομάδα που πήρε το νταμπλ και έφτασε στους “4” της Ευρώπης δεν είχε διάρκεια. Γιατί;

Ο Γκμοχ έφταιγε. Μας “πέθανε” στην προπόνηση με αποτέλεσμα να βγουν πολλοί τραυματισμοί. Μετά ήταν και το άλλο. Άρχισε να λέει ψέματα. Πολλά παιδιά δεν έπαιξαν στον Παναθηναϊκό, ενώ μπορούσαν και ο γι’ αυτό έφταιγε ο Γκμοχ.

Αυτό πρέπει να μου το αναλύσεις.

Θα σου πω για μένα. Μετά από κάποια νίκη, είχα βγει για ένα ποτό με έναν συμπαίκτη μου και από τότε έλεγε συνέχεια ότι εγώ είμαι ξενύχτης! Μετά δεν με έβαζε να παίζω και μόλις τον ρωτούσε ο πρόεδρος γιατί δεν παίζω, του έλεγε ότι είμαι τραυματίας. Μάλιστα έφτασε στο σημείο ο κ. Βαρδινογιάννης να έρθει κρυφά στην προπόνηση για να δει αν όντως είμαι τραυματίας ή συμβαίνει κάτι άλλο. Σου λέω ότι ο Γκμοχ ήταν υπεύθυνος που πολλά παιδιά δεν έπαιξαν τελικά στον Παναθηναϊκό.

Εσύ έτσι πήρες την απόφαση για να φύγεις;

Είχα συζητήσει με τον κ. Βαρδινογιάννη και μου είπε τότε ότι θα με στείλει δανεικό στον ΟΦΗ για να βοηθήσει τον αδελφό του, τον Θόδωρο να κάνει καλή ομάδα. Ήταν τότε που είχε έρθει και ο Γκέραρντ και έτσι έφυγα για το Ηράκλειο. Δεν το μετάνιωσα ποτέ. Στον ΟΦΗ έπαιξα την καλύτερη μπάλα στη ζωή μου και πραγματικά απολάμβανα κάθε στιγμή.

Χρήστος Βασιλείου, Γιάννης Σαμαράς και όλοι οι υπόλοιποι παίκτες του Γκέραρντ κάνουν την εμφάνισή τους στο ΟΑΚΑ το Νοέμβριο του 1986 για να αντιμετωπίσουν τον Ολυμπιακό.

Ο κόσμος του ΟΦΗ με αγάπησε και τον αγάπησα κι εγώ. Φυσικά είμαι χαρούμενος που ήμουν και στην ομάδα που κατέκτησε το κύπελλο το 1987 και είναι στιγμές που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Αλλά και η αγάπη του κόσμου του ΟΦΗ… Θα σου πω κάτι που μου έτυχε πριν λίγο καιρό. Είχα πάει βόλτα με την οικογένειά μου στο Ηράκλειο. Τότε ένας παππούς, περίπου 80 χρονών με το μπαστουνάκι του, με σταμάτησε στο δρόμο και μου λέει: “Δεν πιστεύω να είσαι ο Βασιλείου”; Αυτή η αγάπη του κόσμου στο Ηράκλειο είναι ανεπανάληπτη. Τα έδινα όμως όλα κι εγώ για την ομάδα.

Αν δεν κάνω λάθος είσαι ο μοναδικός παίκτης που πήγες από τον Παναθηναϊκό στον ΟΦΗ και ξαναγύρισες στον Παναθηναϊκό.

Άλλη μεγάλη ιστορία αυτή. Εγώ όπως σου είπα δεν ήθελα να φύγω από τον ΟΦΗ, γιατί πραγματικά περνούσα καλά. Τότε ο νόμος έλεγε ότι ένας παίκτης μπορεί να πάει δανεικός για τρία χρόνια σε μια ομάδα. Δεν μπορούσε να επιστρέψει νωρίτερα. Τότε ο Παναθηναϊκός έδιωξε τον Γκμοχ και είχε αναλάβει ο Δανιήλ. Με ήθελε πίσω, αλλά δεν μπορούσε λόγω νόμου. Εγώ είχα πει στον Μυριοκεφαλιτάκη, ότι ούτως ή άλλως δεν θέλω να φύγω από τον ΟΦΗ. Πήρα λοιπόν άδεια και έφυγα για διακοπές.

«Λέω στον Βαρδινογιάννη “πρόεδρε, και να ήθελα να γυρίσω στον Παναθηναϊκό δεν μπορώ γιατί ο νόμος δεν το επιτρέπει”. Και μου απαντά… “μην ανησυχείς, αύριο θα αλλάξει ο νόμος για να έρθεις”. Και άλλαξε μέσα σε μία μέρα!»

Τι έγινε όμως και τελικά γύρισες;

Πήγα διακοπές στην Κέρκυρα και δεν είχα ασχοληθεί καθόλου με το θέμα. Ήθελα να μείνω στον ΟΦΗ και δεν με ένοιαζε. Τότε, στο ξενοδοχείο που ήμουν, χτυπάει το τηλέφωνο στο δωμάτιο και ήταν ο κ. Βαρδινογιάννης. Τρελάθηκα γιατί δεν περίμενα ότι θα μπορούσε να με βρει (γέλια). “Χρήστο γυρνάς πίσω στην ομάδα”, μου είπε. Του απάντησα τότε: “Πρόεδρε και να ήθελα να γυρίσω, δεν μπορώ γιατί ο νόμος δεν το επιτρέπει”. “Μην ανησυχείς γι’ αυτό, αύριο θα αλλάξει ο νόμος και θα μπορέσεις να έρθεις”, μου είπε. Του απάντησα ότι θέλω να μείνω στον ΟΦΗ και τότε μου λέει: “Αγόρι μου είσαι τρελός; Εγώ αλλάζω το νόμο κι εσύ μου λες ότι θέλεις να μείνεις στον ΟΦΗ”; (γέλια). Τελικά κατάλαβα ότι δεν μπορούσα να μην γυρίσω και γύρισα. Και άλλαξε και ο νόμος σε μια μόνο ημέρα.

Ο Χρήστος Βασιλείου παρακολουθεί τον Χρήστο Δημόπουλο να επελαύνει προς την εστία της Γιουβέντους στην ιστορική αναμέτρηση του Παναθηναϊκού με τη «Μεγάλη Κυρία» στο Ολυμπιακό Στάδιο τον Οκτώβριο του 1987.

Δεν το μετάνιωσες όμως γιατί πάλι έζησες μεγάλες στιγμές με τον Παναθηναϊκό.

Ήμουν και στην πορεία που κάναμε, όταν αποκλείσαμε τη Γιουβέντους. Ξεκινήσαμε κόντρα στην Μπριζ, μετά παίξαμε με την Οσέρ όπου έβαλε και γκολ και ήρθε το μεγάλο ματς με τη Γιουβέντους. Πήγαμε καλά στον πρώτο αγώνα και κερδίσαμε με το γκολ του Σαραβάκου και πήγαμε στη ρεβάνς για να προσπαθήσουμε για το καλύτερο δυνατό.

Όχι απλά για το καλύτερο. Ιστορική πρόκριση πήρατε, αλλά εγώ θέλω να μου πεις για μια ιστορία που έχω μάθει από τον Μαυρίδη για την “κόντρα” σου με τον Καμπρίνι.

(γέλια). Όλα τα ξέρεις. Στο πρώτο ματς στο Ολυμπιακό στάδιο του είχα περάσει τη μπάλα κάτω από τα πόδια. Μάλιστα σε εκείνο το ματς είχε γίνει αλλαγή. Με περίμενε λοιπόν στη ρεβάνς στο “Κομουνάλε”. Σε εκείνο το ματς ένιωθα φανταστικά. Είχα μπει δυνατά και μέχρι και το 30′ έκανα το καλύτερο ματς της καριέρας μου. Ήρθε τότε δυνατά στη φάση και με χτύπησε, με αποτέλεσμα να με τραυματίσει στον αστράγαλο και να γίνω τελικά αλλαγή. Ξέρεις όμως τι μου έκανε εντύπωση; Μετά τον αγώνα, ήρθε στα αποδυτήρια για να μου ζητήσει συγνώμη και μου έφερε και τη φανέλα του διπλωμένη μέσα σε φάκελο.

Έπαιξες όμως κι αργότερα στη χρονιά, μέχρι και το πρώτο ματς με την Μπριζ και μετά δεν έπαιζες και έφυγες από τον Παναθηναϊκό.

Με χρέωσε ο Μπένγκστον που πλέον είχε αναλάβει προπονητής, γιατί στο πρώτο ματς με την Μπριζ ήμασταν μπροστά στο σκορ 2-1 και σε μια ασυνεννοησία μας ισοφάρισαν. Έτσι δεν με έβαζε και τότε ζήτησα να φύγω. Φυσικά ζήτησα να πάω στον ΟΦΗ, αλλά ο Βαρδινογιάννης με έστειλε στον Απόλλωνα για να βοηθήσω να σωθεί η ομάδα και μετά θα πήγαινα στον ΟΦΗ. Όταν τελείωσε όμως η χρονιά και ενώ ο Απόλλωνας έμεινε στην κατηγορία, δεν με άφηναν να πάω πάλι στον ΟΦΗ. Τότε πήρα την απόφαση να σταματήσω.

Περίμενε. Θα σταματούσες το ποδόσφαιρο γιατί δεν σε άφηναν να πας πάλι στον ΟΦΗ;

Δεν θα το σταματούσα. Το σταμάτησα! Για δέκα ημέρες είχα φύγει και είχα γυρίσει στο Αγρίνιο και είχα εξαφανιστεί. Τελικά με βρήκε ο Αλαμάνος και με έπεισε. “Μην είσαι χαζός”, μου είπε. Έλα να παίξεις τη μπάλα σου, να πάρεις τα λεφτά σου. Και έτσι συνέχισα.

«Ποτέ δεν ήρθε άνθρωπος του ΟΦΗ να μας πει οτιδήποτε πριν από παιχνίδια με τον Παναθηναϊκό. Και να ερχόταν, άλλωστε, δεν θα τον ακούγαμε»

Τι το ιδιαίτερο βρήκες στον ΟΦΗ δηλαδή;

Το κλίμα ρε φίλε. Το κλίμα. Ο Γκέραρντ ήταν φανταστικός άνθρωπος. Ο κόσμος. Όλα ήταν φανταστικά. Παίζαμε τότε, επί Παπαποστόλου, στην Εθνική εγώ, ο Νιόπλιας, ο Σαμαράς, ο Βλαστός. Είχαμε ομαδάρα. Ερχόταν στο Ηράκλειο ο Ολυμπιακός και έχανε. Ερχόταν η ΑΕΚ και έχανε. Πηγαίναμε εμείς εκτός έδρας και νικούσαμε παντού και τότε όλες οι ομάδες είχαν παικταράδες.

Με τον Παναθηναϊκό τότε όμως έλεγαν διάφορα, εσείς πως τα ακούγατε όλα αυτά;

Ποτέ δεν ήρθε κάποιος να μου πει, είτε σε εμένα, είτε σε άλλον παίκτη της ομάδας κάτι για τα ματς με τον Παναθηναϊκό. Σε καμία περίπτωση δεν θα τον ακούγαμε άλλωστε. Ήταν και ο δικός μας εγωισμός στη μέση. Κανείς δεν θα τολμούσε να μας πει τίποτα. Θα σου πω ένα παράδειγμα.

Σε ακούω.

Ήταν το 1985-86 όταν υποδεχτήκαμε τον Παναθηναϊκό για το πρωτάθλημα. Ξεκινήσαμε φανταστικά το ματς και προηγηθήκαμε 3-0 και 4-1. Ο Παναθηναϊκός μείωσε σε 4-3 και στα τελευταία λεπτά κέρδισε πέναλτι ο Σαραβάκος. Εμείς τρελαθήκαμε από την απόφαση του διαιτητή. Τέλος πάντων το εκτέλεσε ο ίδιος ο Σαραβάκος, αλλά ο Μητσέας το έβγαλε. Έγινε χαμός. Πανηγυρίσαμε τότε με την ψυχή μας, γιατί δεν θέλαμε να δώσουμε δικαιώματα να πουν ότι από 3-0 και 4-1 ο Παναθηναϊκός γύρισε το ματς.

Θέλω να μου πεις και για την Εθνική ομάδα που είχες λίγες εμφανίσεις.

Εγώ πήγα στην Εθνική με προπονητή τον Παπαποστόλου και έπαιξα και κόντρα στην Ισπανία και με την Πολωνία. Πριν από ένα παιχνίδι, με δοκίμαζε όλη την εβδομάδα ως δεξί χαφ, με μπακ τον Αποστολάκη. Όταν όμως ήρθε η ώρα του αγώνα, δεν με έβαλε και έβαλε τον Ξανθόπουλο. Δεν μου άρεσαν κάποια πράγματα τότε, γιατί κατάλαβα ότι υπήρχαν κλίκες στην εθνική ομάδα. Τότε του είπα να μην με ξανακαλέσει. Αργότερα, η Εθνική θα έπαιζε με την Ολλανδία στη Ρόδο, σε εκείνο το ματς όπου χάσαμε 3-0. Τότε είχε καλέσει 8 παίκτες του Παναθηναϊκού και ο Βαρδινογιάννης “τα πήρε στο κρανίο” και άφησε μόνο τον Σαραβάκο να πάει. Από τότε δεν με ξανακάλεσαν στην Εθνική.

Πες μου και για το σήμερα.

Σήμερα είμαι μόνιμος κάτοικος Ρεθύμνου και είμαι προπονητής στην ομάδα του Γερανίου. Έχω μείνει στην Κρήτη και εδώ είναι και η οικογένειά μου. Την Κρήτη την αγάπησα και με αγάπησε και αυτή όπως φαίνεται.