Αποστολή στο Τιράσπολ: Γιάννης Σαπουντζάκης
Πολλές φορές όταν κάτι πηγαίνει στραβά, πρέπει να κάνεις ένα βήμα πίσω. Να μην σταματάς να προσπαθείς και να αναζητάς τον τρόπο να βγεις από μία κατάσταση που μοιάζει με αδιέξοδο. Για να τα κάνεις όλα τα παραπάνω, πρέπει να διαθέτεις καλώς εννοούμενο τσαμπουκά. Και ο Κώστας Αποστολάκης, απέδειξε πως τον διαθέτει και με το παραπάνω.
Το όνομα που κουβαλάει είναι βαρύ. Πολλοί, ίσως, θεωρούν πως όταν είσαι γιος ενός ανθρώπου που έχει γράψει τη δική του ιστορία στο χώρο, είναι όλα πιο εύκολα. Φυσικά και δεν ισχύει αυτό. Πρέπει να διαθέτεις και προσωπικότητα, προκειμένου να αποφύγεις τρικλοποδιές. Να μην λυγίσεις όταν, αναπόφευκτα πολλές φορές, γίνει η οποιαδήποτε σύγκριση.
Τα πράγματα για τον Κώστα Αποστολάκη δεν εξελίχθηκαν όπως, ενδεχομένως, θα περίμενε όταν έκλεινε για τελευταία φορά πίσω του την πόρτα του προπονητικού κέντρου στο Κορωπί. Όμως, βρήκε την δύναμη και το «γύρισε». Στο Τιράσπολ και στη Σέριφ, έκανε ένα «άλμα». Για να φτάσει, όμως, σε αυτό, χρειάστηκε πρώτα στον Παναιτωλικό να βρει και πάλι τον εαυτό του, να ανακτήσει την χαμένη του αυτοπεποίθηση.
Το Gazzetta ταξίδεψε στην Υπερδνειστερία και συνάντησε τον νεαρό μπακ για μία συνέντευξη από καρδιάς. Ειλικρινής, αυθόρμητος μα πάνω απ’ όλα χαμογελαστός. Ο Κώστας Αποστολάκης μίλησε για όλα όσα έζησε στην ακαδημία του Παναθηναϊκού, την οποία και χαρακτηρίζει ως «στολίδι», το όνειρο της παρουσίας στην πρώτη ομάδα που έγινε πραγματικότητα αλλά και τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργάστηκε.
«Στάζει μέλι» για τον Γιώργο Δώνη, ενώ επισημαίνει την μεγάλη του διαφορά σε σχέση με τον Μαρίνο Ουζουνίδη. Όταν η συζήτηση φτάνει στους λόγους της αποχώρησής του από το τριφύλλι, δεν κρύβεται. Αναγνωρίζει το λάθος του, αλλά ταυτόχρονα επισημαίνει πως κάποιοι, εκτός ομάδας, τον κορόιδεψαν. Φυσικά, αναφέρεται τόσο στην εμπειρία του στην Κύπρο και στον ΑΠΟΕΛ, όσο και στον Παναιτωλικό.
«Ο πατέρας μου ποτέ δεν με πίεσε να γίνω ποδοσφαιριστής»
Πώς είναι το ποδόσφαιρο στη Μολδαβία;
Είναι η Σέριφ και όλοι οι άλλοι. Η Σέριφ είναι η ομάδα που κάθε χρόνο κάνει γνωστή τη χώρα στην Ευρώπη. Είναι η ομάδα που συμμετέχει σε ευρωπαϊκούς ομίλους. Οι περισσότεροι, φυσικά, την θυμούνται για την παρουσία της στους ομίλους του Champions League σε μία χρονιά που βρίσκονταν εδώ ο Γιώργος Αθανασιάδης και ο Δημήτρης Κολοβός. Έχουν χτίσει τη δική τους παράδοση στη Σέριφ οι Έλληνες τα τελευταία χρόνια. Από εκεί και πέρα, υπάρχουν άλλες 2-3 ομάδες όπως η Ζίμπρου, η Πέτροκουμπ και η Μιλσάμι που βρίσκονται σε ένα καλύτερο επίπεδο σε σχέση με τις υπόλοιπες. Για τη Σέριφ, όμως, είναι επιτακτική ανάγκη κάθε χρόνο να κατακτά το πρωτάθλημα και το Κύπελλο.
Πώς σε έχει αντιμετωπίσει ο κόσμος σε αυτό το ιδιαίτερο καθεστώς της Υπερδνειστερίας;
Η πιο μεγάλη διαφορά έχει να κάνει με τον τρόπο ζωής. Στην Ελλάδα όλα είναι πιο χαλαρά, στην Αθήνα όλα κυλάνε πολύ πιο γρήγορα. Στην Ανατολική Ευρώπη η νοοτροπία είναι τελείως διαφορετική. Ο κόσμος είναι απλός αλλά και φιλόξενος. Όλοι στην ομάδα μου έχουν φερθεί πάρα πολύ καλά. Έχω εκπλαγεί θετικά από το επίπεδο επαγγελματισμού που υπάρχει στο κλαμπ, το επίπεδο των υποδομών αλλά και τα όσα προσφέρουν σε έναν ποδοσφαιριστή για να δουλέψει. Τέτοιες υποδομές δεν υπάρχουν στην Ελλάδα και αυτό με θλίβει.
Μίλησες με τους Έλληνες που έχουν αγωνιστεί εδώ;
Όταν μου έγινε η πρόταση από τη Σέριφ και δεν ανανέωσα με τον Παναιτωλικό, ο Κολοβός μου είπε τα καλύτερα για την ομάδα. Νιώθω καθημερινά πόσο με υπολογίζουν και πως με στηρίζουν. Θεωρώ πως έκανα την καλύτερη επιλογή ομάδας στην καριέρα μου ως τώρα.
Ας πάμε πίσω στο χρόνο, πως ξεκίνησες να παίζεις ποδόσφαιρο; Κουβαλάς ένα βαρύ όνομα, το ποδόσφαιρο ήταν συνέχεια μέσα στο σπίτι σου. Όμως, τι σε έκανε να ακολουθήσεις και εσύ αυτήν την επιλογή καριέρας;
Στο σπίτι μου μεγάλωσα με μία μπάλα, υπάρχουν παντού φανέλες, τρόπαια, μετάλλια και φωτογραφίες. Θέλω – δε θέλω, ο πατέρας μου έχει αφήσει ιστορία στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Και αυτό σε χρονιές που το ελληνικό ποδόσφαιρο βρισκόταν στην ελίτ της Ευρώπης. Συμμετείχε στις πορείες του Παναθηναϊκού που δεν θα ξεχαστούν ποτέ. Ανέπνεα ποδόσφαιρο κάθε μέρα. Δύο πράγματα θα μπορούσα να γίνω, είτε ποδοσφαιριστής, είτε πιλότος στην πολεμική αεροπορία.
Πιλότος! Γιατί;
Ήταν το όνειρο του πατέρα μου και μου αρέσουν και μένα πάρα πολύ τα αεροπλάνα, ειδικά τα μαχητικά. Μέχρι τα 16 μου πίστευα ότι θα γινόμουν πιλότος. Ο πατέρας μου ποτέ δεν με πίεσε να γίνω ποδοσφαιριστής. Πριν υπογράψω στον Παναθηναϊκό, μου είπε ότι το ποδόσφαιρο δεν είναι όπως φαίνεται στους έξω, έχει δέκα λύπες και μία χαρά. Αυτό θα το θυμάμαι σε όλη μου τη ζωή. Σιγά – σιγά καταλαβαίνω πως πράγματι είναι έτσι, γιατί είναι πολλές οι λύπες. Άλλες πιο μικρές, άλλες πιο μεγάλες. Η χαρά που μπορείς να πάρεις μέσα από το ποδόσφαιρο είναι πολύ μεγάλη, δεν συγκρίνεται με κανένα άλλο συναίσθημα. Αλλά, υπάρχουν δυσκολίες, θέλει γερό στομάχι. Δεν είναι πάντα όλα μέσα στις τέσσερις γραμμές. Είναι πολλά εκείνα που πρέπει να αντιμετωπίσεις σε καθημερινή βάση, ειδικά όταν είσαι παιδί. Ο πατέρας μου πάντα με στήριζε σε ό,τι και αν έκανα, γι’ αυτό είχα και έχω μαζί του εξαιρετική σχέση. Όταν πήγα στον Παναθηναϊκό και κατάλαβα ότι υπάρχει πιθανότητα να παίξω, ήταν που αποφάσισα πως θα ακολουθήσω αυτό το μονοπάτι.
«Έκανα προπόνηση με τους παίκτες που έβλεπα στην τηλεόραση»
Πώς βίωσες την εμπειρία σου στην Ακαδημία του Παναθηναϊκού;
Δεν το περίμενα να πάω στην Ακαδημία. Ήταν για μένα ένα όνειρο, γιατί είμαι Παναθηναϊκός. Η Ακαδημία δούλευε πάντα πολύ καλά, εκεί έμαθα σωστό ποδόσφαιρο. Πήγα μην ξέροντας τι θα συμβεί, έχοντας μόνο όνειρο να παίξω στην πρώτη ομάδα. Ήμουν καλός μαθητής και πήγα στη λογική του «ό,τι γίνει». Άρχισα να πηγαίνω στις μικρές εθνικές ομάδες και ξαφνικά βρέθηκα στην πρώτη ομάδα του Παναθηναϊκού. Όποιον και αν ρωτήσει κανείς, θα του πει ότι στην Ακαδημία περνάς τα καλύτερά σου χρόνια, γιατί αντιλαμβάνεσαι το μέγεθος του συλλόγου. Νιώθεις την ομάδα. Έχεις όλες τις υποδομές. Εγώ μεγάλωσα στον Παναθηναϊκό, ως παιδί τον είδα στα καλύτερά του. Ως μέλος της Ακαδημίας τον είδα στα χειρότερά του, με οικονομικά προβλήματα με όχι τόσο καλά αποτελέσματα και θέσεις που δεν αρμόζουν στην ιστορία του. Όντας, όμως, μέλος της ομάδας νιώθεις στο πετσί σου το βάρος της φανέλας. Στην Ακαδημία, όμως, δεν υπάρχει η πίεση που υπάρχει στην πρώτη ομάδα και έτσι απολαμβάνεις το ποδόσφαιρο στο 100%. Όταν πηγαίνεις στην πρώτη ομάδα, ένα όνειρο γίνεται πραγματικότητα.
Τι θυμάσαι από την μετάβαση στην πρώτη ομάδα;
Θυμάμαι πολύ έντονα την πρώτη μου προπόνηση. Ήταν τέλη καλοκαιριού και πηγαινοερχόμασταν από την Κ-20 στην πρώτη ομάδα. Είχα προπονητή στην Κ-20 τον Κώστα Φραντζέσκο, που μας έμαθε πολλά μαζί με τον κύριο Σάμιο, τον κύριο Σαμαρά και τον κύριο Φύσσα. Όλοι έβαλαν το λιθαράκι τους για να διαμορφωθεί η προσωπικότητά μου. Στην πρώτη μου προπόνηση είχε «6 εναντίον 6» και ήμουν με τον Ζέκα και τον Λουντ. Έκανα προπόνηση με τους παίκτες που έβλεπα στην τηλεόραση. Ακόμα και στον Παναιτωλικό, έπαιζα μαζί με τον Καρέλη και τον Χουχούμη, που όταν έπαιζαν στον Παναθηναϊκό ήμουν ball boy και τους έδινα την μπάλα. Τους έκανα πλάκα και τους το έλεγα. Είναι τρομερά παιδία και είχαμε φοβερό κλίμα. Στον Παναιτωλικό είχαμε πολλά παιδία αλλά και προπονητή που έχουν περάσει από τον Παναθηναϊκό. Πιστεύω ότι η Ακαδημία του Παναθηναϊκού έχει διαφορετική κουλτούρα από τις άλλες Ακαδημίες.
Ποιο είναι, όμως, το στοιχείο που κάνει τόσο διαφορετική την Ακαδημία του Παναθηναϊκού;
Οι τρεις πιο καλές Ακαδημίες στην Ελλάδα είναι του Παναθηναϊκού, του Ολυμπιακού και του ΠΑΟΚ. Κάθε μία από αυτές, έχει διαφορετική κουλτούρα. Ο Ολυμπιακός επιδιώκει να περάσει ένα winner mentality, στον Παναθηναϊκό κοιτούν να μάθουν στα παιδιά σωστό ποδόσφαιρο και να τα διδάξουν πως να κερδίσουν με τον καλύτερο αλλά και τον ωραιότερο τρόπο. Στόχος είναι να βγάλουν σωστούς ποδοσφαιριστές. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο οι περισσότεροι σπουδαίοι Έλληνες παίκτες έχουν κάνει τα πρώτα τους βήματα στην Ακαδημία του Παναθηναϊκού. Γι’ αυτό όλοι έχουν να μιλήσουν με τα ομορφότερα λόγια για την Ακαδημία. Είναι ένα από τα στολίδια του συλλόγου.
Έφτασες, λοιπόν, έτσι να εκπληρώσεις ένα από τα μεγαλύτερα όνειρα που είχες ως παιδί;
Ίσως ήταν και το μεγαλύτερο όνειρο που είχα ως παιδάκι. Εγώ είμαι φουλ Ρεάλ Μαδρίτης, αλλά αυτό είναι άπιαστο όνειρο. Το να παίξεις στα 18 σου στην πρώτη ομάδα του Παναθηναϊκού, είναι απίστευτο. Ο σύλλογος δεν είχε την δυνατότητα να κάνει μεταγραφές και έτι η δική μου γενιά αξιοποιήθηκε περισσότερο από κάθε άλλη.
Είχατε έξτρα βάρος λόγω αυτής της συνθήκης;
Στην αρχή έχοντας το -6 όλοι νόμιζαν ότι θα πέσουμε και ξεκινήσαμε το πρωτάθλημα κάνοντας ένα πολύ καλό σερί. Δεν υπήρχε βάρος γιατί πέσαμε σε έναν τρομερό προπονητή και άνθρωπο, τον Γιώργο Δώνη.
«Άλλη κλάση ο Δώνης»
Πώς σας έκανε το πρώτο διάστημα να πιστέψετε περισσότερο στον εαυτό σας;
Η πρώτη προετοιμασία μαζί του ήταν δύσκολη, γιατί υπήρχαν πολλά νέα παιδία και λίγοι έμπειροι ποδοσφαιριστές. Αυτό που έπαιξε καθοριστικό ρόλο και ήρθαν τα θετικά αποτελέσματα ήταν ότι είχαμε εξαιρετικά αποδυτήρια, ήμασταν όλοι μια γροθιά. Αισθανόμασταν πως η ομάδα ήταν η οικογένειά μας. Το ποδόσφαιρο είναι ένα παιχνίδι λαθών, ακόμα και στο ψηλότερο επίπεδο. Λάθη, τόσο τακτικά όσο και τεχνικά, γίνονται στη Ρεάλ Μαδρίτης και στην Μπαρτσελόνα. Εννοείται πως θα γίνουν και στις ελληνικές ομάδες. Το θέμα, λοιπόν, είναι πόσο πρόθυμος είναι ο καθένας να θυσιαστεί για να σώσει τον συμπαίκτη του. Για εμάς, ο κάθε συμπαίκτης μας, ήταν ο καλύτερός μας φίλος, είχαμε μεγαλώσει μαζί του. Ο προπονητής εκτός του ότι ήταν άψογος σε ό,τι είχε να κάνει με την τακτική προσέγγιση του παιχνιδιού, συνειδητοποιούσε ότι δεν είχε το μπάτζετ και τις δυνατότητες του Ολυμπιακού, οπότε προσάρμοζε τα ατού της ομάδας, ώστε να μπορέσει να εξισορροπήσει την ποιότητα του αντιπάλου. Φυσικά, έπαιξε ρόλο και η φανέλα του Παναθηναϊκού.
Φορούσατε τη φανέλα με το τριφύλλι στο στήθος και αυτό πάντα παίζει ρόλο.
Αυτό δεν έσβηνε ποτέ και δεν πρόκειται να σβήσει. Ακόμα και αν ήμασταν πολλοί στην ομάδα σε ηλικία 18 χρονών, όταν παίζαμε με τον Ολυμπιακό, βλέπαμε τους παίκτες του να μην είναι άνετοι. Ακόμα και αν είχαν μπάτζετ 60 εκατ. ευρώ και εμείς 5 εκατ. ευρώ. Αυτό θα ίσχυε και από την ανάποδη. Είχαν άγχος, ήταν Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός. Αν ο Παναθηναϊκός έπαιζε τότε στη Λεωφόρο, θα είχε ακόμα καλύτερα αποτελέσματα. Όσον αφορά στην πορεία, έγιναν κάποια θετικά αποτελέσματα και μετά κάναμε κοιλιά. Συνολικά, όμως, η ομάδα έκανε βήματα προόδου. Με το που έφυγε ο Δώνης, έγινε βήμα προς τα πίσω και μετά με τον ερχομό του Γιοβάνοβιτς έγιναν άλματα.
Η γνώμη σου για τον Μαρίνο Ουζουνίδη;
Ανέβηκα στην πρώτη ομάδα όταν προπονητής του Παναθηναϊκού ήταν ο Μαρίνος Ουζουνίδης, ενώ τον είχα και στον ΑΠΟΕΛ για κάποιους μήνες. Είναι ένας προπονητής που τακτικά κάνει καλή δουλειά, δεν είναι, όμως, ο άνθρωπος που θα βοηθήσει ένα παιδί να εξελιχθεί, όσο ο Γιώργος Δώνης. Είναι άλλη κλάση σε αυτό ο Δώνης, ξέρει να βλέπει και την ανθρώπινη πλευρά. Είναι πολύ σημαντικό, ειδικά για ένα παιδί, να βλέπει ότι ο προπονητής του το νιώθει, καταλαβαίνει την κακή του μέρα. Ο Δώνης σου έλεγε τρία πράγματα και αυτά ήθελε να τα κάνεις. Καταλάβαινε καλύτερα τον άνθρωπο που είχε απέναντί του, σε σχέση με τον Μαρίνο Ουζουνίδη.
Τι θυμάσαι από εκείνο το ματς κόντρα στον Παναιτωλικό που είχες εξαιρετική απόδοση;
Ο Παναιτωλικός, λόγω και καταγωγής, έχει ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μου. Ο πατέρας μου ξεκίνησε την καριέρα του εκεί. Η μοίρα παίζει περίεργα παιχνίδια. Πήγα στην πόλη της καταγωγής μου και έκανα ντεμπούτο με ασίστ. Ήταν ονειρικό.
Τι σου είχε πει ο πατέρας σου μετά από εκείνο το ματς;
Ο πατέρας μου πρώτα θα μου πει πάντα τι πρέπει να βελτιώσω. Έχει πλάκα, μου κάνει καυλάντα!
«Κάποια άτομα χειρίστηκαν με πολύ λάθος τρόπο την κατάσταση»
Αισθάνθηκες ποτέ ότι με βάση το όνομά σου θα σε μετρήσουν παραπάνω ή σκέφτηκες ότι μπορεί να κάνεις κάτι και να «ξεφτιλίσεις» τον πατέρα σου;
Θεωρώ ότι μέχρι τώρα στην καριέρα μου έχει παίξει πολύ μεγαλύτερο ρόλο το βάρος του ονόματός μου, παρά ό,τι θετικό μπορεί να έχω αποκομίσει από αυτό. Μόνο αν κάνεις κάτι καλό, μπορεί λόγω ονόματος να γίνει ακόμα καλύτερο. Οι Έλληνες είμαστε ένας υπέροχος λαός που, όμως, έχει άποψη για τα πάντα. Είμαστε όλοι πρωθυπουργοί, προπονητές, ποδοσφαιριστές. Εγώ δεν έχω μεγαλώσει έτσι, δεν μπορώ να κρίνω τον Μητσοτάκη γιατί δεν ξέρω τη δουλειά που κάνει. Τους ποδοσφαιριστές, όμως, μπορούν να τους κρίνουν όλοι. Ένας λόγος παραπάνω από όσους έχουν ζήσει τον πατέρα μου. Τότε, όμως, το ποδόσφαιρο ήταν πολύ διαφορετικό και ο κόσμος δεν μπορεί να το καταλάβει αυτό. Έπρεπε υποχρεωτικά να παίζουν Έλληνες. Τελείως διαφορετικός ήταν και ο τρόπος παιχνιδιού. Δεν μπορείς να συγκρίνεις έναν παίκτη της δεκαετίας του ’80 και του ’90 με έναν παίκτη του «σήμερα». Το ποδόσφαιρο είναι πολύ πιο αθλητικό, υπάρχουν πολύ λιγότεροι χώροι, λιγότερος χρόνος με την μπάλα. Παρ’ όλα αυτά, δεν θα άλλαζα ποτέ το επίθετό μου, αποτελεί για μένα τεράστια τιμή. Τον θαυμάζω στο έπακρο, πρώτα ως άνθρωπο για τις αξίες που έχει και μετά για την καριέρα του. Κατάφερε από το μηδέν να φτάσει στον ουρανό του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Πότε συνειδητοποίησες ότι το κεφάλαιο Παναθηναϊκός κλείνει για σένα;
Όταν ολοκληρώθηκε η πρώτη χρονιά, ήμουν τρίτος στην ιεραρχία. Πρώτος ήταν ο Γιόχανσον που είναι από τους καλύτερους παίκτες με τους οποίους έχω παίξει μαζί. Ο τύπος του ποδοσφαιριστή που μου αρέσει, είχε πάντα σταθερή απόδοση. Πρόκειται για ένα από τα πιο καλά μπακ που έχουν περάσει από τον Παναθηναϊκό. Έμαθα πολλά από τον Ματίας. Την δεύτερη χρονιά, που ήταν και πολύ καλύτερη για μένα, μοιραζόμασταν τα παιχνίδια με τον Γιόχανσον, μέχρι τη διακοπή λόγω της πανδημίας. Σε εκείνο το χρονικό σημείο, έκανα το μεγαλύτερο λάθος στην καριέρα μου. Εγώ δεν ήθελα ποτέ να φύγω από τον Παναθηναϊκό, ενώ ούτε και η ομάδα ήθελε να φύγω. Έγινε μία παρεξήγηση γιατί κάποια άτομα χειρίστηκαν με πολύ λάθος τρόπο την κατάσταση. Κάποιοι ατζέντηδες προσπάθησαν να ωφεληθούν από αυτήν την ιστορία και τελικώς βρέθηκα στον ΑΠΟΕΛ.
Ποια ήταν η παρεξήγηση για την οποία μιλάς;
Ο κύριος Αλαφούζος ήταν πάντα πολύ εντάξει απέναντί μου, δεν έχω κανένα παράπονο. Ούτε στον Παναθηναϊκό θα πουν ποτέ ότι δημιούργησα κάποιο πρόβλημα. Εγώ δεν είπα ποτέ ότι είμαι ο καλύτερος ποδοσφαιριστής, όμως, έδινα πάντα το 150%. Όταν είσαι επαγγελματίας και ειδικά όταν υπάρχουν και συναισθήματα για την ομάδα στην οποία παίζεις, οφείλεις να πεθάνεις μέσα στο γήπεδο για την ιστορία του συλλόγου και για τον κόσμο. Οι οπαδοί πληρώνουν για να έρθουν στο γήπεδο και εσύ πρέπει να δώσεις στο χορτάρι ό,τι έχεις.
Η παρεξήγηση αυτή έχει να κάνει με ανθρώπους εκτός ομάδας ή με τον τότε τεχνικό διευθυντή, Τσάβι Ρόκα;
Έχει να κάνει και με ανθρώπους έξω από τον Παναθηναϊκό και με τον Τσάβι Ρόκα, ο οποίος, όμως, δεν θεωρώ ότι έχει μεγάλη ευθύνη. Κατά κύριο λόγο έχει να κάνει με ανθρώπους έξω από τον Παναθηναϊκό, που με κορόιδεψαν. Ασφαλώς κι εγώ, λόγω και του νεαρού της ηλικίας μου, δεν χειρίστηκα καλά την κατάσταση. Δηλαδή, έθεσα τον εαυτό μου στα χέρια ανθρώπων που κακώς εμπιστεύτηκα. Δυστυχώς, λάθη όπως αυτό, παίζουν καθοριστικό ρόλο στην καριέρα ενός ποδοσφαιριστή.
Είναι πολύ ειλικρινές αυτό που λες. Θεωρείς ότι και εσύ, ίσως, τότε να μην είδες τα βήματα προόδου που γίνονταν στον Παναθηναϊκό;
Μπορεί να το έλεγα σαν δικαιολογία στον εαυτό μου, επειδή έβλεπα ότι θα φύγει ο Δώνης και θα έρθει ένας ξένος προπονητής. Σκεφτόμουν ότι θα έφερνε ξένους παίκτες και δεν ήταν σίγουρο αν θα στηριχθεί το πρότζεκτ της Ακαδημίας. Φάνηκε ότι τελικά η ομάδα έκανε πισωγύρισμα, όπως έκανα κι εγώ πισωγύρισμα. Δεν μπορούσα να ξέρω ότι θα έρθει μετά ένας προπονητής, όπως ο Γιοβάνοβιτς, που θα χτίσει μία ομάδα που θα πρωταγωνιστήσει.
«Μεγάλο κλαμπ ο ΑΠΟΕΛ, αλλά δεν βοηθάει τους νέους ποδοσφαιριστές»
Πώς ήταν η τελευταία σου μέρα στο Κορωπί;
Δεν είμαι ο άνθρωπος που θα βγει πολύ, ως ποδοσφαιριστής είμαι παλαιών αρχών. Δεν θα μιλήσω συχνά, δεν θα κάνω posts στο Instagram. Κλείνομαι περισσότερο στον εαυτό μου. Όταν έφυγα από τον Παναθηναϊκό, δεν μπορούσα να σταματήσω να κλαίω. Έφυγα από το σπίτι μου, δεν ήξερα κάτι πέρα από αυτό. Πήγαινα στο άγνωστο. Όταν είσαι 20 χρονών, πρέπει να πας σε ένα περιβάλλον που θα σε βοηθήσει. Μετά την παρεξήγηση που έγινε και την αποχώρησή μου από τον Παναθηναϊκό, έπρεπε να πάω σε ένα κλαμπ που θα με στηρίξει, όπως έχει δεσμευθεί. Αυτό, για παράδειγμα, έγινε στη Σέριφ. Το πιο σημαντικό στοιχείο σε έναν άνθρωπο είναι η ειλικρίνεια. Να πεις «σε είδα και σε θέλω γι’ αυτό». Δεν υπάρχει λόγος να κοροϊδέψεις τον άλλον, γιατί στο τέλος όλοι θα βγουν χαμένοι.
Προφανώς εννοείς ότι σε κορόιδεψαν στον ΑΠΟΕΛ. Γιατί το πιστεύεις αυτό;
Γιατί πήγα εκεί και μου είπαν ότι θα με στηρίξουν και πως αποτελώ μέρος ενός πρότζεκτ. Έκανα προετοιμασία και μετά είχα υποχρεώσεις με την Εθνική Ελπίδων. Όταν έφυγα, ήμασταν στην ομάδα δύο δεξιά μπακ και δύο αριστερά μπακ. Όταν γύρισα, ήμασταν τέσσερα δεξιά μπακ, είχαν πάρει δύο ακόμα. Τότε το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν «τι γίνεται;». Η χρονιά ξεκίνησε χάλια. Και ίσως όταν ξεκίνησα να παίζω δεν χειρίστηκα κι εγώ κάποιες καταστάσεις όπως θα τις χειριζόμουν τώρα. Στο ποδόσφαιρο το 50% των σημαντικών αποφάσεων λαμβάνονται εντός των τεσσάρων γραμμών και το 50% εκτός. Εκείνη τη σεζόν στον ΑΠΟΕΛ, αλλάξαμε τέσσερις προπονητές. Ένας από αυτούς, ο Ιρλανδός ο ΜακΚάρθι, ήταν εξαιρετικός. Φαινόταν ότι είχε επίπεδο, ήρθε και την πρώτη μέρα μας είπε «δεν με νοιάζει τι συμβόλαιο έχει ο καθένας, θα παίζει αυτός που μου θα μου δείχνει στην προπόνηση ότι το αξίζει και θα κάνει αυτά που θέλω». Με τον προπονητή που τον διαδέχθηκε, τον Σάββα Πουρσαϊτίδη, δεν είχα την καλύτερη σχέση. Γενικά ο ΑΠΟΕΛ ως ομάδα, έχει τρομερό κόσμο, πολύ υποστηρικτικό. Καταλαβαίνει κανείς από την πρώτη στιγμή πως πρόκειται για ένα μεγάλο κλαμπ. Δεν έχω τίποτα κακό να πω για τον ΑΠΟΕΛ ως κλαμπ. Ο κόσμος, επειδή λόγω της πανδημίας δεν μπορούσε να έρθει στο γήπεδο, ερχόταν στις προπονήσεις. Πρόκειται, όμως, για μία ομάδα που δεν βοηθάει τους νέους ποδοσφαιριστές να εξελιχθούν. Το αντίθετο. Είναι ένα κλαμπ από το οποίο θα φύγουν 20 ποδοσφαιριστές και θα έρθουν άλλοι τόσοι. Στην Κύπρο, πάντως, είναι με διαφορά το μεγαλύτερο κλαμπ.
Πώς έφυγες από την Κύπρο και πως προέκυψε ο Παναιτωλικός;
Δεν είχα καθόλου καλή προσωπική σχέση με τον τελευταίο προπονητή. Πολλοί μπορούν να με κρίνουν για τις ποδοσφαιρικές μου αρετές, αλλά προτεραιότητά μου είναι πάντα να είμαι σωστός άνθρωπος και να μην δημιουργώ προβλήματα. Με αυτόν τον προπονητή είχα τόσο μεγάλα προβλήματα, που έπαιρνα τηλέφωνο τον πατέρα μου και του έλεγα «θέλω να φύγω από εδώ, δεν μπορώ να μείνω». Είχα πέσει σε μίας μορφής κατάθλιψη.
Τι σου απαντούσε;
Μου έλεγε ότι θα γίνει προσπάθεια να φύγω από τον ΑΠΟΕΛ. Το καταλάβαινε ότι δεν ήμουν καλά σαν Κώστας, δεν ευχαριστιόμουν το ποδόσφαιρο.
Πώς αντιμετωπίζει όλο αυτό το συναίσθημα ένα νέο παιδί; Είναι ικανό να κάνει έναν νέο ποδοσφαιριστή να τα παρατήσει;
Είναι ένα συναίσθημα που μπορεί να κάνει ένα νέο παιδί να «σπάσει». Εγώ μέσα από αυτό έγινα άντρας. Στον Παναθηναϊκό ήταν όλα τέλεια, ζούσα σε μία φούσκα. Την πίεση της μεγάλης ομάδας την ήξερα, είχα μεγαλώσει μέσα σε αυτή. Στον ΑΠΟΕΛ, όμως, ήμουν μόνος. Ερχόμουν στην Ελλάδα μόνο όταν είχα υποχρεώσεις με την Εθνική Ελπίδων. Έβλεπα τους γονείς μου στο αεροδρόμιο. Εκείνη τη χρονιά την έσωσα μόνο 2-3 πολύ καλές εμφανίσεις που έκανα με την Εθνική Ελπίδων. Μπορεί να «σπάσει» πάρα πολύ εύκολα ένα άτομο έτσι, αλλά εμένα η εμπειρία αυτή με έκανε πιο δυνατό.
«Ομάδα-στολίδι ο Παναιτωλικός, με “ανέστησε” ο Αναστασίου»
Ο Παναιτωλικός πώς προέκυψε;
Στο ποδόσφαιρο μέσα σε ένα χρόνο μπορεί να αλλάξει όλη η ιστορία ενός παίκτη. Το ένα καλοκαίρι ήμουν στον Παναθηναϊκό και η ομάδα ήθελε να ανανεώσω, ενώ την ίδια στιγμή είχα προτάσεις, εκτός από τον ΑΠΟΕΛ, από Σκωτία, Ολλανδία και Δανία. Το επόμενο καλοκαίρι, έψαχνα ομάδα και δεν μπορούσα να βρω τίποτα. Πήγε να προκύψει κάτι με μία ομάδα από την Δανία, αλλά τελικώς δεν προχώρησε. Και αυτό, όμως, με το ζόρι. Τελικώς, τραυματίστηκε ένας πολύ καλός μου φίλος στον Παναιτωλικό, ο Λιάβας, που έπαθε ρήξη χιαστού. Μίλησε τότε ένας ατζέντης που είχα τότε, πήρε και ο Αναστασίου τηλέφωνο τον πατέρα μου. Κατάλαβα πως ο Αναστασίου είχε στο μυαλό του ένα ωραίο πρότζεκτ, ενώ τον θυμόμουν και από την εποχή που ήμουν στην Ακαδημία του Παναθηναϊκού και εκείνος στην πρώτη ομάδα. Ήξερα ότι έχει τον τρόπο να φτιάξει ένα ανταγωνιστικό σύνολο. Μου άρεσε ως προοπτική και η ομάδα του Παναιτωλικού.
Ποια είναι η γνώμη σου για τον Γιάννη Αναστασίου;
Ο Γιάννης Αναστασίου ανέστησε την καριέρα μου. Όταν πήγα στον Παναιτωλικό, τον πρώτο μήνα είχα πέσει 4-5 επίπεδα σε σχέση με τον παίκτη που ήμουν πριν τον ΑΠΟΕΛ. Με έβλεπα στην προπόνηση και έλεγα «Κώστα δεν πρόκειται να ξανακάνεις κάτι καλό». Εκεί δούλεψα πάρα πολύ καλά, παρά το ότι έχασα την προετοιμασία. Φτιάξαμε μία ομάδα που κέρδισε τον Παναθηναϊκό, την ΑΕΚ στο ΟΑΚΑ και τον Ολυμπιακό. Παίξαμε και ελκυστικό ποδόσφαιρο, άρχισα να το απολαμβάνω και πάλι. Ο Παναιτωλικός είναι ομάδα – στολίδι για την επαρχία. Έχει απίστευτες υποδομές. Και θα πω και ένα όνομα πολύ σημαντικό για τον σύλλογο, αυτό του Δημήτρη Κοθρούλα. Όλοι, όμως, οι άνθρωποι γύρω από την ομάδα είναι εξαιρετικοί, με έκαναν να νιώσω σαν στο σπίτι μου. Και γι’ αυτό έχω στην καρδιά μου τον Παναιτωλικό.
Τι θεωρείς ότι λείπει από τον Παναιτωλικό για να κάνει ένα βήμα παραπάνω;
Η διαφορά του Παναιτωλικού από τις υπόλοιπες επαρχιακές ομάδες είναι ότι έχει κόσμο. Τον νιώθεις τον κόσμο παντού στην πόλη του Αγρινίου, στηρίζει τον Παναιτωλικό. Δεν είναι σαν τις άλλες επαρχιακές ομάδες που πηγαίνεις στο γήπεδο και δεν έχει ούτε 500 άτομα. Κάποιες επιλογές που έγιναν στον σύλλογο, ενώ πήγαινε να κάνει ένα βήμα προς τα εμπρός, τον οδήγησαν στο να κάνει αμέσως ένα προς τα πίσω. Εγώ πιστεύω ότι η περσινή ομάδα της κανονικής διάρκειας, έδειξε ότι θα μπορούσε να έχει μπει στα play offs. Υπήρξε το φιάσκο με τους Καμίνσκι, που επηρέασε την ομάδα. Είναι το μέλλον σου, όταν δεν ξέρεις τι θα γίνει σε επηρεάζει. Όχι μόνο τους ποδοσφαιριστές, όλους γύρω από το κλαμπ. Δημιουργεί ένα κακό κλίμα. Χαλαρώσαμε κι εμείς από την πλευρά μας γιατί δεν πιστέψαμε ότι θα κινδυνεύσουμε. Αν δεν ήταν η ισοπαλία με τον Λεβαδειακό θα είχαμε πολύ μεγάλο πρόβλημα. Πρέπει να αναφερθώ, όμως, στον κύριο Κωστούλα. Έχει κάνει πολύ μεγάλη προσπάθεια για την ομάδα και την έχει ανεβάσει επίπεδο. Ο Παναιτωλικός του χρωστάει πάρα πολλά.
Πέρσι το καλοκαίρι, έχοντας πατήσει και πάλι στα πόδια σου, πως πήρες την απόφαση να φύγεις και πάλι στο εξωτερικό;
Στον Παναιτωλικό με τον Αναστασίου, αλλά και με την πολύτιμη βοήθεια των συνεργατών του Γιώργου Λαγκαδίτη και Κώστα Κωνσταντόπουλου, που είναι από τους καλύτερους που έχω δουλέψει στην καριέρα μου, εξελίχθηκα πολύ ως ποδοσφαιριστής. Όταν ήμουν στον Παναθηναϊκό, μεγάλωσα με τον αέρα της υπεροχής. Παίζοντας στον Παναιτωλικό, αναγκάστηκα να βελτιωθώ πολύ στο αμυντικό κομμάτι. Αυτό συνέβη διότι ενώ είχα συνηθίσει να έχω εγώ την μπάλα, πλέον την είχε ο αντίπαλος. Μου έκανε πάρα πολύ καλό αυτή η εμπειρία και με ωρίμασε πολύ ως ποδοσφαιριστή. Αισθάνθηκα πως δεν έχω πρόβλημα να παίξω κόντρα στον οποιονδήποτε. Αντιμετώπισα τον Παναθηναϊκό, τον Ολυμπιακό, την ΑΕΚ, τον ΠΑΟΚ. Άλλωστε, είμαι δεξί μπακ και συνήθως οι πιο δύσκολοι παίκτες για να μαρκάρεις παίζουν στη γραμμή.
Πώς πήρες την απόφαση να ξαναφύγεις;
Η περσινή χρονιά μου στον Παναιτωλικό ήταν η πιο μεστή. Δεν είχα κακά παιχνίδια, είχα κάποια καλά και κάποια πολύ καλά. Ένιωσα έτοιμος να κάνω ένα επόμενο βήμα. Ήθελα να ζήσω τα ευρωπαϊκά ματς, είναι κάτι μοναδικό. Ένας ευρωπαϊκός αγώνας είναι τελείως διαφορετικός. Παίζεις κόντρα στην αφρόκρεμα της Ευρώπης. Άνθρωποι της Σέριφ είχαν δει κάποια ματς μου χωρίς εγώ να το γνωρίζω. Ενώ υπήρχε στο μυαλό μου το ενδεχόμενο να ανανεώσω με τον Παναιτωλικό, προέκυψε το ενδιαφέρον από την Σέριφ. Όταν έγινε πρόταση, την αποδέχθηκα αμέσως. Δεν το σκέφτηκα καθόλου. Πολλοί βλέπουν ότι η Σέριφ είναι στην Μολδαβία και σκέφτονται ότι ίσως το επίπεδο δεν είναι τόσο ψηλό όσο αυτό των ελληνικών ομάδων. Κι εγώ ήμουν διστακτικός στην αρχή για την πόλη ή για την κουλτούρα. Όμως, για έναν ποδοσφαιριστή που ενδιαφέρεται για το μέλλον του και το πως θα γίνει καλύτερος, είναι μία εξαιρετική επιλογή. Αν με ρωτούσε κάποιος, θα του πρότεινα αμέσως να έρθει. Δεν λέω ότι η ζωή είναι εύκολη, όμως μπορούν να σου δώσουν όλα όσα χρειάζεσαι για να δουλέψεις σωστά και να εξελιχθείς.
«Δεν είμαι ο τυπικός ποδοσφαιριστής»
Για το μέλλον τι σκέφτεσαι;
Όσο ήμουν στον Παναθηναϊκό, έκανα κάθε χρόνο ένα βήμα προς τα εμπρός. Μετά έκανα ένα πίσω, ίσως και δύο. Στον Παναιτωλικό άρχισα και πάλι να κάνω βήματα προς τα εμπρός και φέτος πιστεύω ότι έκανα ένα άλμα. Έπαιξα ευρωπαϊκά παιχνίδια, στα οποία είχα καλή απόδοση. Η ομάδα με βοήθησε κι εγώ προσπαθώ να της το ανταποδώσω δίνοντας τον καλύτερό μου εαυτό. Πιστεύω ότι είμαι έτοιμος να κάνω ένα ακόμα βήμα προς τα εμπρός. Η Σέριφ με στήριξε και είμαι πολύ ευγνώμων στο κλαμπ.
Ποιοι άνθρωποι έχουν σημαδέψει την καριέρα σου;
Ο Γιώργος Δώνης με έκανε ποδοσφαιριστή, ενώ ο Γιάννης Αναστασίου ανέστησε τον ποδοσφαιριστή μέσα μου. Αυτοί οι δύο έχουν το μεγαλύτερο θετικό αντίκτυπο σε μένα.
Κλείνοντας, είσαι ένα παιδί που σου αρέσει να ζεις τη στιγμή και να χαμογελάς. Από που αντλείς αυτήν την ενέργεια;
Δεν είμαι ο τυπικός ποδοσφαιριστής που θα συναντήσει κανείς. Δεν είμαι ο τύπος που θα βγει για ποτό ή που θα βγάλει πολλές φωτογραφίες. Είμαι πιο ταπεινός. Μου αρέσει να απολαμβάνω την κάθε μικρή στιγμή στη ζωή μου. Να πηγαίνω για ψαροντούφεκο με τον κολλητό μου ή να περνάω χρόνο με την κοπέλα μου. Μου αρέσει να διαβάζω γιατί πιστεύω ότι η γενική μόρφωση και το επίπεδο ενός ανθρώπου, είναι πολύ σημαντικά προσόντα. Αυτό που θα μείνει, άλλωστε, στο τέλος είναι ο άνθρωπος. Ο ποδοσφαιριστής είναι μέχρι τα 35 χρόνια του καθενός από εμάς. Αυτό που έχω μάθει είναι να βλέπω το ποτήρι μισογεμάτο και όχι μισοάδειο. Να ζω τη στιγμή και να περνάω όσο καλύτερο μπορώ. Η καθημερινότητα είναι πολύ σημαντική στη ζωή μας. Η ζωή του ποδοσφαιριστή έχει περιορισμούς. Ένα παιδί που ονειρεύεται να παίξει σε επαγγελματικό επίπεδο δεν έχει περάσει εφηβεία ή παιδικά χρόνια όπως άλλοι. Πρέπει, λοιπόν, να βρίσκεις τις μικρές λεπτομέρειες που θα σε κάνουν να περνάς καλά.